Blogger Widgets

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2016

Εφτά Μικρές Ροδιές - Ευγένιος Τριβιζάς

Gouache painting by Chanan Mazal

Εφτά Μικρές Ροδιές - Ευγένιος Τριβιζάς

Θα φυτέψω στον κήπο σου
εφτά μικρές ροδιές

για να γεύεσαι τους χυμούς

απ'τα πικρά τους ρόδια

και να μη λαχταράς τα δάκρυά μου.

Θα φυτέψω στον κήπο σου
δώδεκα κόκκινα αμπέλια
για να μεθάς απ' το χρώμα τους
και να μην ματώνεις με φιλιά
τα χείλη τα δικά μου.

Θα στολίσω τον κήπο σου
με σαράντα συντριβάνια
για να ξεγελάς την δίψα σου
και να μην με αφανίζεις
όταν πίνεις από μένα.
Και μετά
 επειδή θα μισώ τον κήπο σου....


Θα ξεριζώσω τις μικρές ροδιές
για να γεύεσαι πάλι
τα δάκρυά τα δικά μου.

Θα κάψω τ' αμπέλια
για να ματώνεις τα χείλη μου
με τα φιλιά σου.

Συντρίμμια θα κάνω
τα σαράντα σιντριβάνια
για να με πίνεις ξανά και ξανά
εμένα να πίνεις μόνο
χωρίς ποτέ να μπορείς
να ξεδιψάσεις.


Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2016

Η Υπαπαντή του Κυρίου, η ορθόδοξη γιορτή της μητέρας


Σαράντα μέρες μετά τη Γέννηση του Χριστού, στις 2 Φεβρουαρίου γιορτάζουμε την υποδοχή (υπαπαντή) που έκανε ο γέροντας Συμεών ο Θεοδόχος στο Θείο Βρέφος στον Ναό του Σολομώντα.
Όπως και σήμερα έχουμε τον σαραντισμό, όπως λέμε, έτσι κάπως γινόταν και εκείνα τα χρόνια. Έπρεπε δηλαδή οι γονείς να φέρουν το παιδί στα Ιεροσόλυμα, στον Ναό. Σύμφωνα με τον Μωσαϊκό Νόμο μάλιστα, όλα τα πρωτότοκα αγόρια ήταν αφιερωμένα στον Θεό (για χάρη των πρωτότοκων που είχαν σωθεί στην Αίγυπτο). Μαζί πρόσφεραν σαν θυσία ένα ζευγάρι τρυγονιών ή δύο μικρά περιστέρια, πάντα σύμφωνα με τον Νόμο του Κυρίου.
Στα Ιεροσόλυμα βρισκόταν τότε ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Συμεών. Ήταν πιστός και ευλαβής, περίμενε τη σωτηρία του Ισραήλ και τον καθοδηγούσε το Άγιο Πνεύμα. Του είχε φανερώσει λοιπόν το Άγιο Πνεύμα ότι δεν θα πέθαινε προτού δει τον Μεσσία (το Χριστό). Κι εκείνος περίμενε, λένε, πολύ περισσότερο και από διακόσια χρόνια. Τότε του υπέδειξε το Άγιο Πνεύμα να πάει στον Ναό. Μόλις οι γονείς έφεραν εκεί το Παιδί, τον Ιησού, για να κάνουν γι’ αυτό τα έθιμα του Νόμου, το πήρε στην αγκαλιά του, δόξασε το Θεό και είπε:
«Τώρα, Κύριε, μπορείς να αφήσεις το δούλο σου να πεθάνει, γιατί τα μάτια μου είδαν το Σωτήρα, που ετοίμασες για όλους τους λαούς, το Φως που θα φωτίσει όλα τα έθνη…»
Η Υπαπαντή του Κυρίου  2 Φεβρουαρίου 2016 Παιδικά / Ιστορίες από την Παλαιά και Καινή Διαθήκη
Σαράντα μέρες μετά τη Γέννηση του Χριστού, στις 2 Φεβρουαρίου γιορτάζουμε την υποδοχή (υπαπαντή) που έκανε ο γέροντας Συμεών ο Θεοδόχος στο Θείο Βρέφος στον Ναό του Σολομώντα.
Όπως και σήμερα έχουμε τον σαραντισμό, όπως λέμε, έτσι κάπως γινόταν και εκείνα τα χρόνια. Έπρεπε δηλαδή οι γονείς να φέρουν το παιδί στα Ιεροσόλυμα, στον Ναό. Σύμφωνα με τον Μωσαϊκό Νόμο μάλιστα, όλα τα πρωτότοκα αγόρια ήταν αφιερωμένα στον Θεό (για χάρη των πρωτότοκων που είχαν σωθεί στην Αίγυπτο). Μαζί πρόσφεραν σαν θυσία ένα ζευγάρι τρυγονιών ή δύο μικρά περιστέρια, πάντα σύμφωνα με τον Νόμο του Κυρίου.
Στα Ιεροσόλυμα βρισκόταν τότε ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Συμεών. Ήταν πιστός και ευλαβής, περίμενε τη σωτηρία του Ισραήλ και τον καθοδηγούσε το Άγιο Πνεύμα. Του είχε φανερώσει λοιπόν το Άγιο Πνεύμα ότι δεν θα πέθαινε προτού δει τον Μεσσία (το Χριστό). Κι εκείνος περίμενε, λένε, πολύ περισσότερο και από διακόσια χρόνια. Τότε του υπέδειξε το Άγιο Πνεύμα να πάει στον Ναό. Μόλις οι γονείς έφεραν εκεί το Παιδί, τον Ιησού, για να κάνουν γι’ αυτό τα έθιμα του Νόμου, το πήρε στην αγκαλιά του, δόξασε το Θεό και είπε:
«Τώρα, Κύριε, μπορείς να αφήσεις το δούλο σου να πεθάνει, γιατί τα μάτια μου είδαν το Σωτήρα, που ετοίμασες για όλους τους λαούς, το Φως που θα φωτίσει όλα τα έθνη…»
Ο Ιωσήφ και η Μητέρα του Ιησού θαύμασαν για όσα λέγονταν γι’ Αυτόν. Ο άγιος Συμεών τους ευλόγησε και είπε προφητικά στη Μαριάμ, τη Μητέρα Του:
«Αυτός θα γίνει αιτία να σωθούν πολλοί· πολλοί πάλι δεν θα τον πιστέψουν και θα καταστραφούν… Όσο για σένα, ο πόνος που έχεις να περάσεις για το παιδί σου, σαν δίκοπο μαχαίρι θα σου τρυπήσει την καρδιά».
Ο Θεός ήταν εκείνη την ώρα στο Ναό του Σολομώντα κι όμως κανείς άλλος δεν πήρε είδηση ούτε μαζεύτηκε κόσμος (γιατί ο Θεός δεν προσφέρει θέαμα ή εντυπωσιακά ακούσματα, π.χ. μ’ ένα ξεχωριστό θαύμα, αλλά ζητάει κάτι βαθύτερο :  την καρδιά μας, την αγάπη μας).
Εκεί ήταν μόνο μια πολύ ηλικιωμένη γυναίκα, που την έλεγαν Άννα. Είχε δώσει όλη την καρδιά της στον Θεό κι είχε αφιερώσει όλη τη ζωή της σ’ Αυτόν. Είχε ζήσει εφτά χρόνια με τον άνδρα της στο γάμο και τώρα, 84 χρονών χήρα, δεν έφευγε από τον Ναό, αλλά νύχτα και μέρα λάτρευε το Θεό με νηστείες και προσευχές. Αυτή παρουσιάστηκε εκείνη την ώρα δοξολογώντας τον Θεό, προφήτευε και μιλούσε για το Παιδί στην Ιερουσαλήμ σε όλους όσους περίμεναν τη λύτρωση.
Η Εκκλησία τη μέρα αυτή την έχει ορίσει ως γιορτή της μητέρας και στους ναούς ψάλλεται προς τιμή της Παναγίας: Θεοτόκε, ἡ ἐλπίς πάντων τῶν χριστιανῶν, σκέπε, φρούρει, φύλαττε τούς ἐλπίζοντας εἰς σέ .




χρόνια πολλά στις μητέρες

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2016

Iwona Lifsches, artist

για όσους αγαπούν τους ανθρώπους, τα ζώα και τα χρώματα



Λατινικά, ενότητα 32

Ένας πανηγυρικός της λογοτεχνίας



Καλό μήνα!

«Στα μαλακά Φλεβάρη μου και έχει ο Θεός»


Παροιμίες
«Καλοκαιριά της Υπαπαντής, Μαρτιάτικος Χειμώνας».
«Τον Φλεβάρη τον καλό ανοίγει η γης από το νερό».
«Παπαντή καλοβρεμμένη, η κοφίνα γεμισμένη».
«Του Άη Τρυφώνου μην δουλέψεις και τα χέρια σου κλαδέψεις».


«Φεβρουάριος», Κωστής Παλαμάς

Απ' το παράθυρο στα βάθη μακριά,
Ο κάμπος ξεχωρίζει,
Και φαίνεται η αποκριά
Μέσα στο δρόμ' όλη βοή που τριγυρίζει
Είν' ο καιρός όπου τρελή γιορτάζ' η χώρα,
Και σιέται η μυγδαλιά με κάλλη ανθοφόρα.

Φτωχός ο κάμπος μας, μα όχι και γυμνός,
Αφού είν' ασπροντυμένος.
Μοιάζει με νιο που αχαμνός
Κι απ' την αρρώστια κάτασπρος ειν' ο καημένος.
Στο δρόμο άμαξες, μεθύσι, προσωπίδες,
Και ρίχνει ο ουρανός βροχής ρανίδες.

Τι τάχα να είσαι θλιβερή, ψιλή βροχή,
Που αργά κι αγάλι 'γαλι
Μας έρχεσαι την εποχή
Που τα νυφιάτικα η μυγδαλιά έχει βάλει;
Η φύσις κλαίει τη χειμωνιά που την παγώνει,
Ή κλαίει από χαρά στο Μάρτη που σιμώνει;

Σ' εκείνο το παράθυρο μπροστά κρατεί
Η μάννα το παιδί της,
Πότε του δείχνει τη γιορτή,
Πότε την εξοχή με τη λευκή στολή της.
Αποκριάς χαρά φωτίζει τ' αγγελούδι,
Κι η μάννα είν' έμορφη, σα μυγδαλιάς λουλούδι.

Ρίχνει τα μάτια της και βλέπει τα βουνά
Μ' ολόχιονο φουστάνι,
Και με το νου της αρχινά
Και χίλιους μύριους στοχασμούς άθελα κάνει,
Λιγάκι θλιβερούς σα νέφη του Φλεβάρη,
Μα πάντα καθαρούς, σαν του χιονιού τη χάρη.

Γιατ' είναι μάνα με μυαλό και με καρδιά,
Και είναι η ζωή της
Λουλούδι με τριπλή ευωδιά
Που της σκορπά ο Θεός, ο κόσμος, το παιδί της.
Την ενθυμίζ' η χειμωνιά κι η αγριάδα
Ότι κοντεύει του Μαρτιού να ρθει η λιακάδα.

Και νιώθει σαν γλυκιά μαρτιάτικη αυγή
Στα βάθη της ψυχής της,
Κι ακολουθά η συλλογή:
- Παρόμοια κι ο δυστυχής όπου η πίστις
Και τ' ουρανού η ελπίς φωλιάζει στην καρδιά του,
Νιώθει μια δύναμη γλυκιά στη συμφορά του.

Ενώ μας δέρνουνε του κόσμου τα δεινά,
Βάλσαμο η πίστη χύνει.
Κι ενώ είναι χιόνι στα βουνά,
Για ιδές η μυγδαλιά τον κάμπο πώς τον ντύνει!
Μ' απ' το παιδί μου μακριά πίκρες και πόνοι,
Και το Θεό η χαρά να του θυμίζει μόνη.

Σε τέτοιους στοχασμούς ο νους της καταντά,
Και άλλα συλλογιέται.
Μα το παιδάκι της κοντά
Στην τρέλα της αποκριάς βουτιέται.
Ξεχνά τα τόσα του παιχνίδια, και το κρύο,
Κι έχει παράπονο, και πόθους χίλιους δύο.
Μεσ' την καρδούλα του, αγάπες του χρυσές,
Σωριάζονται ωραίες
Και πλουμισμένες φορεσιές
Και μάσκες και σπαθιά και περικεφαλαίες.
Κυρίες το κοιτούν, τις ρίχνει ζαχαράτα,
Κανείς την έμορφη δεν ξέρει μασκαράτα...

Ακόμα στο παράθυρο μπροστά κρατεί
Η μάννα το παιδί της.
Ξεχνιέτ' εκείνο στη γιορτή,
Κι αυτή στην εξοχή με τη λευκή στολή της.
Αποκριάς χαρά φωτίζει τ' αγγελούδι,
Κι η μάνα είν' έμορφη σα μυγδαλιάς λουλούδι.