Το ηλιοβασίλεμα, ναι, αυτό ήταν
αυτονόητο. Ο ήλιος βυθιζόταν στην άπλα του Πατραϊκού σαν την μόνη γήινη
αλήθεια.
Η αλήθεια αυτή συνεπαγόταν από μια
επαναλαμβανόμενη με ακρίβεια εικόνα που φαινόταν απόλυτη και αιώνια.
Ήξερα κάθε στιγμή του χρόνου πώς
κρύωναν τα χρώματα τους χειμωνιάτικους μήνες, πώς βάθαιναν και σκούραιναν
ραγδαία το καλοκαίρι και πώς στις νότιες ακτές της πόλης έσπαγε το χρώμα σε μια
παλέτα απαλή και ρόδινη ενώ στις βόρειες παραλίες κόντρα στην Παλιοβούνα και το
μπλε της θάλασσας, διαγραφόταν πάντα μια αντίθεση κοφτερή, με καθαρές
κοντούρες.
(05-1996)
Στο λιμάνι χάζευα πάντα με κατάνυξη
τη ρυτιδιασμένη επιφάνεια του νερού σαν έπιανε η βροχή. Το νερό θολό, πράσινο.
Αξέχαστο παραμένει το κατέβασμα από
τους λόφους του Κάστρου προς το λιμάνι και το αγνάντεμα των αραγμένων καραβιών
στην αποβάθρα.
Η κάθοδος αυτή -αλλά και η άνοδος με
την επιστροφή- είχε χαρακτήρα τελετουργικό.
Ακόμα προκαλεί μια απροσδόκητη
ευφορία και μαζί ακατανίκητη έλξη για αναχώρηση.
Κολλημένα τα καράβια σαν σε
σουρεαλιστικό κολλάζ στο τέλος των ευθεία χαραγμένων δρόμων καταπάνω στα
πολυώροφα κτήρια!
Γιατί το λιμάνι εκτός από αγκυροβόλι είναι
μάτι στο παράθυρο του κόσμου.
(12-2003)
Αλεξάνδρα Ζώη, Πάτρα-Άμστερνταμ:
δύο λιμάνια, έκδοση του Οργανισμού: «Πάτρα-Πολιτιστική Πρωτεύουσα της
Ευρώπης 2006», σσ. 8, 28-29
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου