Τώρα,
με το λιωμένο μολύβι του
κλήδονα
το λαμπύρισμα του
καλοκαιρινού πελάγου,
η γύμνια ολόκληρης της
ζωής·
και το πέρασμα και το
σταμάτημα και το πλάγιασμα και το τίναγμα
τα χείλια το χαϊδεμένο
δέρας,
όλα γυρεύουν να καούν.
Όπως το πεύκο καταμεσήμερα
κυριεμένο απ’ το ρετσίνι
βιάζεται να γεννήσει φλόγα
και δε βαστά πια την
παιδωμή—
φώναξε τα παιδιά να
μαζέψουν τη στάχτη
και να τη σπείρουν.
Ό,τι πέρασε πέρασε σωστά.
Κι εκείνα ακόμη που δεν
πέρασαν
πρέπει να καούν
τούτο το μεσημέρι που
καρφώθηκε ο ήλιος
στην καρδιά του
εκατόφυλλου ρόδου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου