Blogger Widgets

Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

Ομήρου Οδύσσεια, ραψωδίες ν, ξ, ο, π

Ενότητες 19, 20, 21 και 22





Ομήρου Οδύσσεια, ενότητες 19, 20, 21, 22 from Gina Zaza
Αναγνώριση
Η έντεχνη και μεθοδευμένη από τον συγγραφέα αποκάλυψη της σχέσης μεταξύ των ηρώων λογοτεχνικού έργου, την οποία οι ίδιοι αγνοούσαν ως εκείνη τη στιγμή.

 Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας
Αναγνωρισμοί στην Οδύσσεια (απόσπασμα)
Δ. Ν. Μαρωνίτης
                Με τη δέκατη έκτη ραψωδία εγκαινιάζεται το θέμα του αναγνωρισμού στον κύκλο του εσωτερικού νόστου, ο οποίος ανοίγει στη δέκατη τρίτη ραψωδία, με την άφιξη του Οδυσσέα στην Ιθάκη, και κλείνει στο τέλος του έπους, με την επανίδρυση του ήρωα στη συζυγική του κλίνη και στη βασιλική του εξουσία. Ο πρώτος αναγνωρισμός της σειράς επιφυλάσσεται για τον Τηλέμαχο στο καλύβι του Εύμαιου. ο τελευταίος για τον Λαέρτη στα απόμερα αμπέλια του νησιού. Στο ενδιάμεσο αυτών των, ακραίων και περιφερειακών, αναγνωρισμών εξελίσσονται, με διαφορετική κάθε φορά έκταση και ένταση, οι επίκεντροι αναγνωρισμοί στο παλάτι της Ιθάκης, οι οποίοι κορυφώνονται με τον αναγνωρισμό του ήρωα από την Πηνελόπη, στο πλαίσιο της εικοστής τρίτης ραψωδίας. Όλοι οι αναγνωρισμοί του εσωτερικού νόστου περιβάλλουν και υπηρετούν τη Μνηστηροφονία. συμπλέκονται δηλαδή με τα προηγούμενα, τη φονική της ακμή και τα παρεπόμενά της. Αν οι διαδοχικοί αναγνωρισμοί του ήρωα από συγγενικά και φιλικά του πρόσωπα ορίζονται ως θετικοί, αρνητικός ελέγχεται ο βίαιος και αναγκαστικός αναγνωρισμός του Οδυσσέα από τους μνηστήρες, τους επίορκους δούλους και τις άπιστες δούλες. Έτσι σχηματίζεται το αναγνωριστικό σταυρόλεξο στο δεύτερο μισό της Οδύσσειας όπου εντοπίζεται και ο, βουβός και αυτόματος, αναγνωρισμός του ήρωα από το πιστό σκυλί του, τον Άργο, που ξεψυχά μόλις ξαναβλέπει, ύστερα από είκοσι χρόνια, τον κύριό του. Το θέμα του αναγνωρισμού είναι τυπικό για το έπος της Οδύσσειας, αναγνωρίζεται επομένως από τα αναφαίρετα και προαιρετικά του μοτίβα. προστιθέμενα τα δεύτερα στα πρώτα, ευνοούν και διαβαθμίζουν κάθε φορά τη δραματοποίησή του, ανάλογα με την πλοκή του μύθου, τα δρώμενα και τους δρώντες του. Στην Ιλιάδα το θέμα του αναγνωρισμού λανθάνει. υποβάλλεται κυρίως στη σκηνή της «Τειχοσκοπίας» της τρίτης ραψωδίας. Στα αναγκαία μοτίβα του οδυσσειακού αναγνωρισμού ανήκουν: ως αναγκαία προϋπόθεση η απόκρυψη της πραγματικής ταυτότητας του ήρωα και η ρητορική του υπόκριση υπόκριση και απόκρυψη ενισχύονται κατά περίπτωση και από το μοτίβο της σωματικής παραμόρφωσης, στο οποίο ενέχεται η θεά Αθηνά, που αντιστρέφει κάποτε την παραμόρφωση σε εξωραϊσμό. ως καλός αγωγός για την πραγματοποίηση του αναγνωρισμού η προοδευτική αποβολή της σωματικής και ρητορικής προσωπίδας, η αποκάλυψη δηλαδή αυθεντικών σημάτων, τα οποία είτε είναι σωματικά είτε συμβολικά και περιβαλλοντολογικά (ουλή στο πόδι, αμετακίνητη συζυγική κλίνη, γνώριμα δέντρα στο πατρικό περιβόλι). Το πέρασμα από την κάλυψη στην αποκάλυψη συνιστά την ενδιάμεση φάση της δοκιμασίας: ο αναγνωριστής δοκιμάζει τον αναγνωριζόμενο, εκμαιεύοντας αποδεικτικά στοιχεία κάποτε υποκρίνεται και ο ίδιος.

 Το ΒΗΜΑ, 14/12/1997 , Σελ.: B11, Κωδικός άρθρου: B12459B111, ID: 52928 

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΟ

«Ο γυρισμός του ξενιτεμένου», Γιώργος Σεφέρης
 ― Παλιέ μου φίλε τί γυρεύεις;
 χρόνια ξενιτεμένος ήρθες
 με εικόνες που έχεις αναθρέψει
 κάτω από ξένους ουρανούς
 μακριά απ' τον τόπο το δικό σου.
 ― Γυρεύω τον παλιό μου κήπο·
 τα δέντρα μού έρχουνται ώς τη μέση
 κι οι λόφοι μοιάζουν με πεζούλια
 κι όμως σαν ήμουνα παιδί
 έπαιζα πάνω στο χορτάρι
 κάτω από τους μεγάλους ίσκιους
 κι έτρεχα πάνω σε πλαγιές
 ώρα πολλή λαχανιασμένος.
 ― Παλιέ μου φίλε ξεκουράσου
 σιγά-σιγά θα συνηθίσεις·
 θ' ανηφορίσουμε μαζί
 στα γνώριμά σου μονοπάτια
 θα ξαποστάσουμε μαζί
 κάτω απ' το θόλο των πλατάνων
 σιγά-σιγά θα 'ρθούν κοντά σου
 το περιβόλι κι οι πλαγιές σου.
 ― Γυρεύω το παλιό μου σπίτι
 με τ' αψηλά τα παραθύρια
 σκοτεινιασμένα απ' τον κισσό
 γυρεύω την αρχαία κολόνα
 που κοίταζε ο θαλασσινός.
 Πώς θες να μπώ σ' αυτή τη στάνη;
 οι στέγες μού έρχουνται ώς τους ώμους
 κι όσο μακριά και να κοιτάξω
 βλέπω γονατιστούς ανθρώπους
 λες κάνουνε την προσευχή τους.
 ― Παλιέ μου φίλε δε μ' ακούς;
 σιγά-σιγά θα συνηθίσεις
 το σπίτι σου είναι αυτό που βλέπεις
 κι αυτή την πόρτα θα χτυπήσουν
 σε λίγο οι φίλοι κι οι δικοί σου
 γλυκά να σε καλωσορίσουν.
 ― Γιατί είναι απόμακρη η φωνή σου;
 σήκωσε λίγο το κεφάλι
 να καταλάβω τί μου λες
 όσο μιλάς τ' ανάστημά σου
 ολοένα πάει και λιγοστεύει
 λες και βυθίζεσαι στο χώμα.
 ― Παλιέ μου φίλε συλλογίσου
 σιγά-σιγά θα συνηθίσεις
 η νοσταλγία σού έχει πλάσει
 μια χώρα ανύπαρχτη με νόμους
 έξω απ' τη γης κι απ' τους ανθρώπους.
 ― Πια δεν ακούω τσιμουδιά
 βούλιαξε κι ο στερνός μου φίλος
 παράξενο πώς χαμηλώνουν
 όλα τριγύρω κάθε τόσο
 εδώ διαβαίνουν και θερίζουν
 χιλιάδες άρματα δρεπανηφόρα

 (από τα Ποιήματα, Ίκαρος 1974) 

 Ευριπίδη, Ηλέκτρα, μτφρ. Κ. Τοπούζης, εκδ. Επικαιρότητα, στ. 547-579 

Ηλέκτρα:
Πάνω στην ώρα γέροντα. να τους.

 Γέροντας:
 Άρχοντες φαίνονται, αλλά αυτό ξεγελάει.
 Πολλοί, αν και άρχοντες, είναι κακοί.
 Όπως να 'ναι όμως. Χαιρετώ τους ξένους.

 Ορέστης:
 Σε χαιρετούμε γέροντα.
 Ηλέκτρα, ποιος φίλος είναι ο Γέροντας;

 Ηλέκτρα:
 Αυτός ανέθρεψε τον πατέρα μου.

 Ορέστης:
 Πώς; Αυτός φυγάδεψε τον αδερφό σου τότε;

 Ηλέκτρα:
 Αυτός τον έσωσε, αν ζει ακόμα.

 Ορέστης:
 Μπα! Γιατί με κοιτάει έτσι;
 Σαν να ψάχνει νόμισμα να δει αν είναι ασημένιο!

 Ηλέκτρα:
 Ίσως να χαίρεται επειδή σε βλέπει ως φίλο.

 Ορέστης:
 Φίλος του είμαι. Αλλά γιατί με τριγυρνάει;

 Ηλέκτρα:
 Και 'γω παραξενεύομαι.

 Γέροντας:
 Κόρη μου Ηλέκτρα! Καλότυχη!
 Ευχαρίστησε τους θεούς.

 Ηλέκτρα:
 Για ποιο παλιό καλό; Ή για τωρινό;

 Γέροντας:
 Για την ευτυχία τούτη που σου στέλνουν οι θεοί.

 Ηλέκτρα:
 Ναι. Τους ευχαριστώ. Τι θέλεις να πεις όμως!

 Γέροντας:
 Κοίταξε κόρη μου αυτόν τον αγαπημένο μας.

 Ηλέκτρα:
 Από ώρα τώρα σκέφτομαι μήπως ξεκούτιανες.

 Γέροντας:
 Ξεκούτιανα εγώ; Που βλέπω τον αδερφό σου;

 Ηλέκτρα:
 Τι λες γέροντα! Ανέλπιστα λες!

 Γέροντας:
 Λέω ότι βλέπω τον Ορέστη. Το γιο του Αγαμέμνονα!

 Ηλέκτρα:
 Τι σημάδι; Πες μου να πειστώ.

 Γέροντας:
 Το σημάδι ανάμεσα στα φρύδια!
 Τότε που έπεσε και χτύπησε-
 Που κυνηγούσατε μαζί στο παλάτι μέσα ελαφάκι.

 Ηλέκτρα:
 Θεέ μου!
 Το βλέπω το σημάδι!

 Γέροντας:
 Κι ακόμα δεν τον αγκαλιάζεις;

 Ηλέκτρα:
 Αχ γέροντα! Το σημάδι μου μίλησε!
 Ορέστη μου! Ανέλπιστε!
 Μετά από τόσα!...

 Ορέστης:
 Σε βρίσκω και 'γω!...


''Παράπονο σκύλου'' Κρίτων Αθανασούλης

                                        
                    





video 1. '' ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΣΚΥΛΟΥ '' on PhotoPeach 




video 2.






Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2014

Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ


1. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
α. Η οικογενειακή ζωή
απαγόρευση για γάμο κάτω των 12 ετών για κορίτσια και 14 για αγόρια
διαζύγιο μόνο αν συμφωνούσαν και οι δύο σύζυγοι
οι γυναίκες δεν είχαν τα ίδια δικαιώματα με τους άντρες, είχαν περιορισμένη συμμετοχή στην κοινωνική ζωή, δε συμμετείχαν σε δημόσιες τελετές και κάλυπταν το πρόσωπό τους σε εξόδους από το σπίτι. (μετά τον 11ο αι. συμμετείχαν στα κοινά και είχαν πρόσβαση στην παιδεία)
β. Το σχολείο
δύο κύκλοι σπουδών (7 και 11 ετών)
μαθήματα : ανάγνωση, γραφή, αριθμητική, γεωμετρία // ρητορική, φιλοσοφία, μουσική
δωρεάν φοίτηση μόνο για τα ορφανά
πανεπιστήμιο μόνο για οικονομικά εύρωστους
γ. Η ασθένεια, η ιατρική και κοινωνική περίθαλψη, ο θάνατος
καταφυγή ασθενών σε νοσοκομεία, ιδιώτες γιατρούς, αλλά και στη μαγεία
συντήρηση πτωχοκομείων και ορφανοτροφείων από την Εκκλησία
δ. Η κατοικία
τα σπίτια των πόλεων : οικοδόμηση γύρω από μια κεντρική αίθουσα, διώροφα (στο ισόγειο : κουζίνα, πλυσταριό, λουτρό, εικονοστάσι, δωμάτιο με τζάκι, στο δεύτερο όροφο τα υπόλοιπα δωμάτια)
οι φτωχοί (πόλεων και χωριών) : ένα ή δύο δωμάτια, άθλιες συνθήκες)
ε. Ενδυμασία, μόδα
αστοί : μακρύς χιτώνας, δερμάτινες μπότες το χειμώνα και ανατολίτικα παπούτσια το καλοκαίρι
χωρικοί : στιχάρια (χιτώνες χωρίς μανίκια), παπούτσια ανοιχτά (ή ξυπόλητοι)
γυναίκες : ιμάτιο με μακριά μανίκια που κάλυπτε το κεφάλι
στ. Η διατροφή
οι πλούσιοι : ορεκτικά, κρέατα, ψάρια, γλυκά, κρασί
οι φτωχοί : περιορισμένες διατροφικές επιλογές
ζ. Η ψυχαγωγία
θρησκευτικές, κοινωνικές ιεροτελεστίες
Ιππόδρομος (στην Κωνσταντινούπολη)
επαρχίες : πανηγύρια που εξελίσσονταν σε λαϊκές γιορτές (μάγοι, αστρολόγοι, θεραπευτές)
η. Ο μοναχισμός
Αίγυπτος, 4ος αι.
μορφές : μοναχική και κοινοβιακή (υπεύθυνος ο ηγούμενος, κανόνες που τηρούνταν από όλους)
ακμή μετά την αναστήλωση των εικόνων
σημαντικότερο μοναστικό κέντρο το Άγιο Όρος
2. ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ
η γλώσσα της βυζαντινής γραμματείας : α) δημώδης : λαϊκή γλώσσα, β) αττική : η αρχαία αττική διάλεκτος, γ) αττικίζουσα
α. θρησκευτική ποίηση
λειτουργική και μη λειτουργική
β. θεολογική γραμματεία
ανάπτυξη γραμματείας λόγω μοναχισμού
ανάπτυξη αγιολογίας (μελέτη αγίων)
γ. λόγια κοσμική γραμματεία
εκπρόσωπος (7ος αι.) ο Γεώργιος Πισίδης
«Ελληνική Ανθολογία», περιέχει 4000 επιγράμματα
«Βασίλειος Διγενής Ακρίτας», έπος
ιστοριογραφία
χρονογραφία : λαϊκή ιστορική αφήγηση
δ. αντιγραφή και αρχαιομάθεια
αντιγραφή στα μοναστήρια των έργων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας
χρήση μικρογράμματης γραφής
σημαντικός ο ρόλος του Πατριάρχη Φωτίου για τη διάσωση των έργων
ε. δημώδης λογοτεχνία
10ος αι. ακριτικά τραγούδια
12ος αι. επικράτηση λαϊκής γλώσσας, κυριότερος εκπρόσωπος ο Θεόδωρος Πρόδρομος ή Πτωχοπρόδρομος
έμμετρο ιπποτικό μυθιστόρημα
«Το Χρονικόν του Μορέως», ιστορικό ποίημα
στ. Φιλοσοφία
μελέτη των έργων της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας (Πλάτων, Αριστοτέλης)
3. ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
α. Επιστήμη
ο θρησκευτικός χαρακτήρας δεν ευνοεί την ανάπτυξη των φυσικών επιστημών
εκπαιδευτικά ιδρύματα : Πατριαρχική Ακαδημία, Σχολή της Μαγναύρας, Νομική Σχολή
ανάπτυξη Δικαίου
έργα γεωγραφίας
β. Τεχνολογία
υγρόν πυρ, μίγμα από εύφλεκτα υλικά
οπτικός τηλέγραφος, σύστημα γρήγορης προειδοποίησης για επιδρομές εχθρικές
ναυτική τεχνολογία : βελτίωση πλοίων (γνωστότερο πολεμικό πλοίο ο δρόμων)
4. ΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ
α. αρχιτεκτονική
ρυθμοί ναών : βασιλική με τρούλο, σταυροειδής με τρούλο, οκταγωνικός
διακόσμηση των ναών με τοιχογραφίες, ψηφιδωτά και φορητές εικόνες
β. γλυπτική και ζωγραφική
τυπικό σχήμα στην εικονογράφηση : ο Παντοκράτορας στον τρούλο, η Θεοτόκος στην αψίδα του ιερού, οι Ευαγγελιστές στα τέσσερα λοφία του τρούλου και στους τοίχους γιορτές και άγιοι
μορφές λιπόσαρκες σε όρθια και μετωπική στάση με στόχο την ανάδειξη της πνευματικότητας (δεν ενδιαφέρονται οι καλλιτέχνες για σωστές αναλογίες προοπτική και κίνηση)
γ. μικρογραφία, μικροτεχνία, μικρογλυπτική, νομισματική
μικρογραφία : εικόνες που κοσμούν χειρόγραφα
ανάπτυξη μικροτεχνίας και μικρογλυπτικής σε πολύτιμα μέταλλα, ξύλο και ελεφαντόδοντο
δ. μουσική
μελωδοί : οι δημιουργοί λειτουργικών ποιημάτων, κορυφαίος ο Ρωμανός ο Μελωδός
8ος αι., υμνογράφος και μελοποιός (ποιητής και συνθέτης)
μονοφωνική η εκκλησιαστική μουσική
κοσμική μουσική : τραγούδια ερωτικά, γαμήλια κλπ, χρήση μουσικών οργάνων σε διασκεδάσεις






Αριστοτέλη Πολιτικά, 14η ενότητα


Δομικά στοιχεία του κειμένου
Αναφορά στη φυσική τάση του ανθρώπου να συνυπάρχει με άλλους ανθρώπους.
Οι βλαβερές συνέπειες της αδικίας και της έλλειψης αρετής στην κοινωνία.
Η σημασία της δικαιοσύνης για τη συγκρότηση κοινωνιών
ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ
Όπως αποδείχτηκε στις προηγούμενες ενότητες ο άνθρωπος έχει τη φυσική τάση να συνυπάρχει σε κοινωνίες με άλλους ανθρώπους. Η δημιουργία και οργάνωση κοινωνιών με νόμους και δικαιοσύνη οδηγεί τον άνθρωπο στην τελειότητά του, ενώ η παρανομία και η αδικία τον εξαχρειώνει. Γι’ αυτό η φύση τον εφοδίασε με όπλα, τα οποία όμως μπορεί να χρησιμοποιήσει με δύο σκοπούς: ή για να εφαρμόζει τη δικαιοσύνη υπηρετώντας τη φρόνηση και την αρετή ή με αντίθετους σκοπούς που αποκλίνουν από τη δικαιοσύνη. Στη δεύτερη περίπτωση γίνεται το πιο άγριο και χειρότερο από όλα τα ζώα ξεπερνώντας κάθε όριο στη συμπεριφορά του. Συνεπώς, γίνεται αντιληπτό ότι η δικαιοσύνη είναι απαραίτητο στοιχείο της πόλης, γιατί μόνο αυτή μπορεί να εξασφαλίσει την τάξη στην πολιτική κοινωνία.
Ερμηνευτικά σχόλια
1. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΦΡΑΣΗΣ: «Είναι φυσική λοιπόν η τάση του ανθρώπου να συνυπάρχει μαζί με άλλους σε μια τέτοια κοινωνία». Σε προηγούμενες ενότητες ο Αριστοτέλης εξήγησε τους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι επιθυμούν να συνυπάρχουν μαζί με άλλους ανθρώπους σε μια τέτοια κοινωνία, όπως είναι η πόλη. Απέδειξε λοιπόν ότι η πόλη-κράτος είναι ολοκληρωμένη, τέλεια μορφή κοινωνίας, που έχει ως στόχο την καλή ζωή και την αυτάρκεια, χάρη στην οποία κατακτάται η ευδαιμονία. Άποψή του, ωστόσο, είναι ότι η κοινωνία των ανθρώπων υφίσταται όχι μόνο λόγω της χρησιμότητάς της, αλλά και λόγω της έμφυτης επιθυμίας των ανθρώπων να συνυπάρχουν με άλλους ανθρώπους. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στα «Πολιτικά» του (Πολιτικά 1278 b 21): «φίλοι κοινωνοῦσι καὶ μηδὲν δεόμενοι τῆς παρ’ ἀλλήλων βοηθείας οὐκ ἔλαττον ὀρέγονται τοῦ συζῆν»˙ δηλαδή, ακόμα κι αν δεν χρειάζονται ο ένας τη βοήθεια του άλλου, δεν μειώνεται καθόλου η επιθυμία τους να συμβιώνουν με άλλους ανθρώπους.
2. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΦΡΑΣΗΣ: «Κι εκείνος όμως που πρώτος τη συγκρότησε». Με τη φράση «εκείνος που πρώτος συγκρότησε την πόλη» ο Αριστοτέλης εννοεί ότι για την σύσταση της πόλης είναι απαραίτητη η σύμπραξη του ανθρώπου. Η ερμηνεία αυτή δεν αναιρεί την αριστοτελική θέση ότι η πόλη υπάρχει εκ φύσεως. Είναι προφανές ότι η φύση έδωσε στον άνθρωπο την τάση να συμβιώνει με άλλους ανθρώπους και να οργανώνει κοινωνίες, όμως ο άνθρωπος ήταν αυτός που πρώτος έκανε πραγματικότητα αυτή την τάση. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι η πρόταση συμπληρώνει τις απόψεις του φιλοσόφου για τη φυσική προέλευση της πόλης. Η οργάνωση, η συγκρότηση της πόλης δεν έγινε λοιπόν αυτόματα, αλλά προαπαιτούσε την ενέργεια ανθρώπου ευεργέτου, προικισμένου με λόγο (ενδιάθετο και έναρθρο). Είναι λοιπόν κατανοητό ότι για την συγκρότηση της πόλης είναι απαραίτητη η συνεργασία της φύσης και της τέχνης των ανθρώπων.
3. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΦΡΑΣΗΣ: «Γιατί όπως ο άνθρωπος … το χειρότερο από όλα». Η λέξη «γιατί» με την οποία εισάγεται η περίοδος αυτή αιτιολογεί την προηγούμενη φράση, ότι εκείνος που πρώτος συγκρότησε την πόλη, υπήρξε ένας από τους πιο μεγάλους ευεργέτες του ανθρώπου. Το νόημα λοιπόν που θέλει να μεταδώσει ο Αριστοτέλης είναι ότι αυτός που πρώτος συγκρότησε την πόλη υπήρξε μεγάλος ευεργέτης, επειδή θέσπισε νόμους και επέβαλε τη δικαιοσύνη απομακρύνοντας τις βλαβερές συνέπειες της αδικίας, που προκύπτει από την κακή χρήση των εφοδίων (λόγος ενδιάθετος και έναρθρος και τα πάθη ως βιολογικές ιδιότητες) που δόθηκαν στον άνθρωπο από τη φύση. Πιο αναλυτικά, ο φιλόσοφος θεωρεί ότι, όταν ο άνθρωπος χρησιμοποιεί τη λογική («φτάνει στην τελειότητά του») και ζει σύμφωνα με τους νόμους και τη δικαιοσύνη, είναι το ανώτερο από όλα τα όντα. Ο νόμος και η δικαιοσύνη τον βοηθούν να τηρεί το μέτρο και τη σωστή στάση απέναντι στα πάθη, και συνεπώς εξασφαλίζουν την τάξη, την αλληλεγγύη και τον αμοιβαίο σεβασμό μεταξύ των μελών της κοινωνίας. Επομένως, η τήρηση των νόμων και η εφαρμογή της δικαιοσύνης αποτελούν, για τον Αριστοτέλη, τον αναγκαίο περιορισμό για να τελειωθεί ο άνθρωπος, να ολοκληρώσει τον φυσικό του προορισμό. Η ορθότητα αυτού του περιορισμού αποδεικνύεται παρακάτω με την εξέταση των βλαβερών συνεπειών της αδικίας, που προκύπτουν αν ο άνθρωπος δεν χρησιμοποιήσει σωστά, υπηρετώντας δηλαδή τη φρόνηση και την αρετή, τα όπλα που του χάρισε η φύση. Τα επιχειρήματά του θα τα αναπτύξει με τη μέθοδο «ἐκ τοῦ ἀντιθέτου»: θα μιλήσει δηλ. πρώτα για τις επιπτώσεις της αδικίας, για να καταλήξει στο ζητούμενο, στη μεγάλη δηλαδή σημασία που έχει η δικαιοσύνη για τη συγκρότηση της πολιτικής κοινωνίας.
4. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΦΡΑΣΗΣ: «Δεν υπάρχει πιο ανυπόφορο … διαθέτει όπλα». Με τη λέξη «όπλα» αναφέρεται ο Αριστοτέλης στις ικανότητες με τις οποίες εφοδίασε η φύση τον άνθρωπο. Αυτά τα όπλα είναι τα φυσικά του πάθη και ο λόγος (νους) και η γλώσσα. Αν ο άνθρωπος τα χρησιμοποιήσει για να διαπράττει αδικίες, αυτό γίνεται ανυπόφορο, αφού αυτά του δόθηκαν για να υπηρετήσει τη φρόνηση και την αρετή. Παράλληλα όμως γίνεται και ολέθριο, γιατί όπως γράφει ο Αριστοτέλης στα «Ηθικά Νικομάχεια», ένας κακός άνθρωπος μπορεί να κάνει απείρως περισσότερα κακά από ένα θηρίο (Ηθικά Νικομάχεια 1150 a: «μυριοπλάσια γὰρ ἂν κακὰ ποιήσειεν ἄνθρωπος κακὸς θηρίου»). Την ίδια θέση διατυπώνει και ο Πλάτωνας στους «Νόμους» του λέγοντας ότι ο άνθρωπος γίνεται το πιο άγριο από όλα τα ζώα της πλάσης, αν δεν πάρει σωστή αγωγή (Νόμοι 766 a 1: «ἄνθρωπος δέ, ὥς φαμεν, ἥμερον, ὅμως μὴν παιδείας μὲν ὀρθῆς τυχὸν καὶ φύσεως εὐτυχοῦς, θειότατον ἡμερώτατόν τε ζῷον γίγνεσθαι φιλεῖ, μὴ ἱκανῶς δὲ ἢ μὴ καλῶς τραφὲν ἀγριώτατον, ὁπόσα φύει γῆ»).
5. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΦΡΑΣΗΣ: «Ο άνθρωπος … για αντίθετους σκοπούς». Η φύση εφοδίασε τον άνθρωπο με όπλα. Αυτά είναι τα φυσικά του πάθη, ο λόγος, η γλώσσα, τα οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει είτε με στόχο να υπηρετήσει τη φρόνηση και την αρετή είτε παρακάμπτοντας την φρόνηση και την αρετή με στόχο να διαπράξει κακές ή άδικες πράξεις. Ας διευκρινιστεί εδώ ότι η φρόνηση είναι η σωστή σκέψη στη λήψη αποφάσεων, η οποία οδηγεί στην πραγμάτωση της αρετής. Συνεπώς, ο φυσικός προορισμός του ανθρώπου δεν είναι αποτέλεσμα μιας αυτόματης αναγκαστικής διαδικασίας, αλλά εξαρτάται από τις ενέργειες και την προαίρεση του ανθρώπου που τον οδηγούν στους προσωπικούς του στόχους.
6. ΟΙ ΒΛΑΒΕΡΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΔΙΚΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΔΙΚΟΥ Η ΔΙΧΩΣ ΑΡΕΤΗ ΑΝΘΡΩΠΟΥ: «Δεν υπάρχει … απολαύσεις του φαγητού». Ο Αριστοτέλης δίνει με σαφήνεια και έμφαση τις βλαβερές επιπτώσεις της αδικίας. Έτσι με μια σειρά αρνητικών προσδιορισμών χαρακτηρίζει την αδικία ως «το πιο ανυπόφορο και πιο ολέθριο πράγμα», ενώ τον άνθρωπο που δεν διαθέτει αρετή, δηλαδή τον άδικο, ως: α) «το πιο ανόσιο ον» στις σχέσεις του με το θείο. Με το επίθετο «ανόσιος» ο Αριστοτέλης χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που δεν ζει σύμφωνα με τη λογική, αλλά κυριαρχείται από τα πάθη και τις επιθυμίες. Ξεφεύγει από τα όρια του μέτρου, επιδίδεται σε ακολασίες και δεν έχει κανέναν ηθικό φραγμό, β) «το πιο άγριο» στις σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους, γ) «το χειρότερο από όλα τα όντα» στις ερωτικές απολαύσεις και στις απολαύσεις του φαγητού.
7. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ: «Η δικαιοσύνη είναι … στην πολιτική κοινωνία»

Η ενότητα κλείνει με την αναφορά του Αριστοτέλη στη μεγάλη σημασία που έχει η δικαιοσύνη για τη συγκρότηση πολιτικής κοινωνίας. Αποτελεί κατά τη γνώμη του, συστατικό στοιχείο της πόλης, επειδή είναι σε θέση να εξασφαλίσει την τάξη και την οργάνωση μέσα στην πολιτική κοινωνία. Έτσι, λοιπόν, η δικαιοσύνη νοείται ως: α) αρετή: είναι η ιδιότητα του ανθρώπου να πράττει με γνώμονα τους γραπτούς νόμους της πολιτείας και δείχνοντας τον απαιτούμενο σεβασμό στους άγραφους νόμους, β) θεσμός της πολιτείας: είναι το σύνολο των κανόνων που εξασφαλίζουν την τάξη και την αρμονική συμβίωση μέσα στην πόλη, γ) κοινωνική αρετή: η ιδιότητα του ατόμου να ζει σύμφωνα με την κοινωνική ηθική της πόλης. Η ύπαρξη της δικαιοσύνης αποτελεί την προϋπόθεση για την ύπαρξη και όλων των άλλων αρετών. Η δικαιοσύνη ως θεσμός της πολιτείας και ως κοινωνική αρετή έχει σαφή πολιτική διάσταση, αφού αυτός που την ασκεί δεν την επιδιώκει μόνο για τον εαυτό του, αλλά για το σύνολο της κοινωνίας. Στο σημείο αυτό ο Αριστοτέλης συσχετίζοντας την δικαιοσύνη με την πολιτική κοινωνία, καταξιώνει το πνεύμα του αλτρουισμού και της κοινωνικής αλληλεγγύης, αλλά και θεσμικά κατοχυρώνει την τήρηση και την απόδοση του Δικαίου, ως θεμέλιο συνοχής της πολιτικής κοινωνίας.

Αριστοτέλη Πολιτικά, 13η ενότητα

ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Στο πρώτο μέρος του κειμένου ο Αριστοτέλης δίνει ένα ακόμα επιχείρημα, για να αποδείξει ότι ο άνθρωπος είναι «φύσει ζῷον πολιτικόν». Σύμφωνα με αυτό, η φύση, εφοδίασε τα ζώα με απλή φωνή, ώστε όσα αντιλαμβάνονται με τις αισθήσεις, το ευχάριστο και το δυσάρεστο, να τα μεταδίδουν το ένα στο άλλο. Αντιθέτως εφοδίασε τον άνθρωπο με τον λόγο (έναρθρο και ενδιάθετο), που ξεπερνά τα όρια του αισθητού, ώστε να μπορεί να αντιλαμβάνεται και να κάνει φανερές σύνθετες ηθικές έννοιες («καλό-κακό», «ωφέλιμο-βλαβερό», «δίκαιο-άδικο»), οι οποίες οδηγούν στη συγκρότηση κοινωνιών. Στο δεύτερο μέρος του κειμένου θα αποδείξει ότι στην τάξη της φύσης η πόλη είναι ένα όλον που προηγείται από την οικογένεια και από τον άνθρωπο, δηλαδή τα μέρη της, και αποτελεί προϋπόθεση για την ύπαρξη αυτών. Για να ενισχύσει τις θέσεις του αυτές θα χρησιμοποιήσει το παράδειγμα του σώματος και των μελών του. Σύμφωνα με αυτό, το σώμα αποτελεί ένα όλον χωρίς το οποίο δεν μπορούν να υπάρξουν ούτε τα μέλη του. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η πόλη υπάρχει εκ φύσεως και ότι μόνο αυτή μπορεί να εξασφαλίσει την αυτάρκεια στον άνθρωπο.
Ερμηνευτικά σχόλια
1. Ο ΛΟΓΟΣ ΩΣ ΓΝΩΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ: «Είναι, νομίζω, φανερό ... την οικογένεια και την πόλη»
Ο Αριστοτέλης διακρίνει δύο ειδών κοινωνίες: την κοινωνία των ζώων και την πολιτική κοινωνία των ανθρώπων. Καθεμία από αυτές είναι εφοδιασμένη από τη φύση, η οποία δεν κάνει τίποτα δίχως λόγο και αιτία (τελεολογική αντίληψη), με τα εργαλεία εκείνα που της είναι απαραίτητα για να φτάσει στον τελικό της στόχο και προορισμό.
Έτσι λοιπόν η φύση εφοδίασε τα ζώα με τον λόγο, με τη μορφή της φωνής, των άναρθρων κραυγών. Μ’ αυτές τα ζώα μπορούν απλώς μέσω των αισθήσεων να αντιλαμβάνονται και να μεταδίδουν το ένα στο άλλο το συναίσθημα του ευχάριστου και του δυσάρεστου, γιατί μόνο αυτό τους είναι απαραίτητο για να επιβιώνουν και να εκπληρώνουν το σκοπό της ύπαρξής τους.
Από την άλλη, η φύση εφοδίασε τον άνθρωπο με τον λόγο, με τη μορφή τόσο του έναρθρου λόγου όσο και της λογικής σκέψης, επειδή τον προόριζε να ζήσει μέσα σε πολιτική κοινωνία. Πρόκειται για μια σύνθετη και ανώτερη ικανότητα που ξεπερνά τα όρια του αισθητού κόσμου, και αποτελεί την ειδοποιό διαφορά του ανθρώπου από τα άλλα ζώα. Τον βοηθά όχι μόνο να εκφράζει τα συναισθήματά του, αλλά και να αντιλαμβάνεται και να κάνει φανερές σύνθετες αφηρημένες έννοιες και αξίες, όπως είναι το καλό και το κακό, το ωφέλιμο και το βλαβερό, το δίκαιο και το άδικο και άλλες παρόμοιες, όπως είναι το όμορφο και το άσχημο, το όσιο και το ανόσιο. Χάρη σ’ αυτές ο άνθρωπος δεν καταφέρνει μόνο να επιβιώσει, αλλά και να επιτύχει ανώτερους στόχους, όπως να συγκροτήσει κοινωνίες (οικογένεια και πόλη) και να δημιουργήσει πολιτισμό (να αναπτύξει τα γράμματα, τις τέχνες, να θεσπίσει νόμους κ.λπ). Οι έννοιες αυτές, που μας θυμίζουν την «αἰδῶ» και τη «δίκη» του Πρωταγόρα («ἵν’ εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί»), αποτελούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να μπορεί ο άνθρωπος να συμβιώνει αρμονικά με άλλους ανθρώπους και να διατηρεί την ισορροπία στις μεταξύ τους σχέσεις.
Βέβαια, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει την ιδιότητα του «πολιτικού» και σε κάποια αγελαία ζώα, με την έννοια ότι αναλαμβάνουν και διεκπεραιώνουν όλα μαζί μια κοινή δραστηριότητα, χωρίς όμως να διαθέτουν έναρθρο λόγο και λογική σκέψη, όπως ο άνθρωπος. Έτσι, στο έργο του «Περὶ τὰ ζῷα ἱστορίαι» (488 a 7) μνημονεύει ως «πολιτικά» ζώα, εκτός από τον άνθρωπο, τη μέλισσα, τη σφήκα, το μυρμήγκι και τον γερανό. Στην περίπτωση αυτών των ζώων, το επίθετο «πολιτικός» χρησιμοποιείται για να δηλώσει μια απλούστερη διαδικασία συμμετοχής σε κοινές δραστηριότητες, ενώ όταν αναφέρεται στον άνθρωπο, το σημασιολογικό περιεχόμενο του επιθέτου «πολιτικός» διευρύνεται και δηλώνει πιο πολύπλοκες κοινωνικές διαδικασίες. Αυτό εκφράζεται κι από το ποσοτικό επίρρημα συγκριτικού βαθμού «περισσότερο», στην πρώτη πρόταση της ενότητας, όπου γίνεται η σύγκριση του ανθρώπου και των αγελαίων ζώων.
Στο πρώτο μέρος του κειμένου («Είναι, νομίζω, φανερό ... την οικογένεια και την πόλη») ο Αριστοτέλης παραθέτει μερικά αντιθετικά ζεύγη εννοιών, από τις οποίες κάποιες αφορούν τις συμπεριφορές των ζώων και άλλες γίνονται αντιληπτές από τον άνθρωπο χάρη στην ικανότητα του λόγου. Έτσι, στα ζώα αναφέρονται τα αντιθετικά ζεύγη «λύπη ≠ ευχαρίστηση», «δυσάρεστο ≠ ευχάριστο», ενώ στον άνθρωπο τα ζεύγη «ωφέλιμο ≠ βλαβερό», «καλό ≠ κακό», «δίκαιο ≠ άδικο». Διαπιστώνουμε λοιπόν μια κλιμάκωση από ένα κατώτερο, βιολογικό, επίπεδο προς ένα επίπεδο ανώτερο, ηθικό. Τα ζώα, δηλαδή, καταφέρνουν με τις άναρθρες κραυγές να επιβιώνουν, ενώ ο άνθρωπος με τον έναρθρο λόγο και τη λογική σκέψη έχει την ικανότητα να συγκροτεί κοινωνίες και να δημιουργεί πολιτισμό.
2. Ο ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΠΟΥ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΙ ΟΤΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΙΝΑΙ «φύσει ζῷον πολιτικὸν»
Στο πρώτο μέρος του κειμένου ο Αριστοτέλης αναπτύσσει την επιχειρηματολογία του μέσω ενός παραγωγικού συλλογισμού και αποδεικνύει ότι ο άνθρωπος είναι «φύσει ζῷον πολιτικόν». Ο συλλογισμός αυτός έχει ως εξής:
1η προκείμενη: η φύση δεν κάνει τίποτε δίχως λόγο και αιτία.
2η προκείμενη: η φύση έδωσε στον άνθρωπο ως εργαλείο τον λόγο (εργαλείο ανώτερο από την απλή φωνή που έδωσε στα ζώα), για να μπορεί να αντιλαμβάνεται και να κάνει φανερό το ωφέλιμο και το βλαβερό, το καλό και το κακό, το δίκαιο και το άδικο, βασικά στοιχεία για τη συγκρότηση πολιτικής κοινωνίας.
Συμπέρασμα: συνεπώς, αφού η φύση έδωσε, όχι τυχαία, στον άνθρωπο τον λόγο, δηλαδή το εργαλείο με το οποίο μπορεί να ζει σε πολιτικές κοινωνίες, συνάγεται ότι ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως «ζῷον πολιτικόν».
3. ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΘΕΣΗΣ ΟΤΙ ΤΟ ΟΛΟΝ ΠΡΟΗΓΕΙΤΑΙ ΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ ΚΑΙ ΟΤΙ Η ΠΟΛΗ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΚ ΦΥΣΕΩΣ : «Ώρα όμως ... ή ζώο ή θεός»
Στο δεύτερο μέρος του κειμένου ο Αριστοτέλης θα προχωρήσει περαιτέρω τη σκέψη του αξιολογώντας ως οντότητα την πόλη, την οποία αποκαλεί «όλον». Θα αποδείξει λογικά ότι το όλον προηγείται του μέρους και ότι η πόλη υπάρχει εκ φύσεως. Με αυτό τον τρόπο θα καταλήξει και πάλι στη γενική θέση ότι η φύση του ανθρώπου τον οδηγεί να ζει μέσα στην πόλη, αφού εκτός πόλης είναι ή θηρίο ή θεός.
Ξεκινά λοιπόν με τη διατύπωση της θέσης ότι στην τάξη της φύσης το όλον προηγείται του μέρους. Το ρήμα «προηγείται» δεν έχει εδώ χρονική σημασία αλλά:
α) οντολογική: απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει το μέρος είναι να υπάρχει το όλον, δηλαδή η πόλις, γιατί μόνο μέσα σε αυτή τα μέρη (η οικογένεια, το χωριό και το κάθε επιμέρους άτομο) πραγματώνουν τον σκοπό της ύπαρξής τους, το «τέλος» τους, ενώ έξω απ’ αυτήν τα μέρη μένουν ανολοκλήρωτα και
β) αξιολογική: ιεραρχικά, το όλον, δηλαδή η πόλη, ως ολοκληρωμένο σύνολο, βρίσκεται πιο ψηλά από το μέρος, δηλαδή την οικογένεια, το χωριό και το κάθε επιμέρους άτομο. Άλλωστε, όπως είδαμε και στην προηγούμενη ενότητα, η πόλη αποτελεί εξέλιξη, ολοκλήρωση της οικογένειας και του χωριού και επομένως, τελειότερη μορφή κοινωνίας.
Για να στηρίξει τη θέση αυτή θα παραθέσει ένα παράδειγμα που προέρχεται από εμπειρική παρατήρηση: το παράδειγμα με το σώμα και τα μέλη του. Σύμφωνα με αυτό, αν πεθάνει το σώμα, που αποτελεί το όλον, δεν θα υπάρχουν ούτε τα μέλη του παρά μόνο το όνομά τους. Κι αυτό γιατί κάθε μέλος, όπως για παράδειγμα το χέρι, είναι λειτουργικό μόνο όσο υπάρχει το σώμα. Διαφορετικά θα πάψει να επιτελεί τις λειτουργίες που επιτελούσε και δεν θα είναι πια χέρι, αλλά θα του έχει μείνει μόνο το όνομα «χέρι». Επομένως, το σώμα είναι η προϋπόθεση για να υπάρχουν τα μέλη, ή, διαφορετικά, το σώμα ως όλον προηγείται του μέρους.
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την πόλη, που αποτελεί το όλον, και τους πολίτες, που αποτελούν τα μέρη της. Αν χαθεί η πόλη, τότε θα είναι λειτουργικά ανύπαρκτοι και οι πολίτες, γιατί αποτελούν οργανικό και αναπόσπαστο μέρος της, καθώς μόνο η πόλη μπορεί να τους προσφέρει την ύψιστη αυτάρκεια. Αν ο άνθρωπος ήταν αυτάρκης από μόνος του και δεν χρειαζόταν την πόλη, τότε δεν θα ήταν προορισμένος από τη φύση να ζει σε πόλεις. Ένας τέτοιος άνθρωπος όμως δεν μπορεί παρά να είναι ή ζώο ή θεός. Έτσι εξάγεται το συμπέρασμα ότι η πόλη ήρθε στην ύπαρξη εκ φύσεως και ότι προηγείται από το κάθε επιμέρους άτομο. Αν συσχετιστούν τα δύο αυτά συμπεράσματα, τότε οδηγούμαστε στην πίστη του Αριστοτέλη ότι η πόλη είναι το όλον προς το οποίο τείνουν τα άτομα για να πραγματώσουν τον σκοπό της ύπαρξής τους και ότι η αυτάρκεια της πόλης μπορεί να διασφαλίσει την αυτάρκεια των μερών.
Τα παραπάνω μπορούν να διατυπωθούν συνοπτικά με τον εξής παραγωγικό συλλογισμό:
1η προκείμενη: στην τάξη της φύσης το όλον προηγείται του μέρους.
2η προκείμενη: η πόλη, βαθμίδα ιεραρχικά ανώτερη στην τάξη της φύσης, είναι ένα όλον και τα μέρη της είναι η οικογένεια, το χωριό και το κάθε επιμέρους άτομο.

Συμπέρασμα: στην τάξη της φύσης η πόλη προηγείται από τα μέρη της, την οικογένεια, το χωριό και το κάθε επιμέρους άτομο.