πηγή |
Nάναι
σα να μας σπρώχνει ένας αέρας μαζί
προς
έναν δρόμο φειδωτό που σβει στα χάη,
και
σένα του καπέλλου σου βαμμένη φανταιζί
κάποια
κορδέλλα του, τρελλά να χαιρετάει.
Kαι
νάν’ σαν κάτι να μου λες, κάτι ωραίο κοντά
γι’
άστρα τη ζώνη που πηδάν των νύχτιων φόντων,
κι’
αυτός ο άνεμος τρελλά, –τρελλά να μας σκουντά
όλο
προς τη γραμμή των οριζόντων.
Kι’
όλο να λες, να λες, στα θάμβη της νυκτός
για
ένα –με γυάλινα πανιά– πλοίο που πάει
όλο
βαθειά, όλο βαθειά, όσο που πέφτει εκτός :
όξ’
απ’ τον κύκλο των νερών –στα χάη.
Kι’
όλο να πνέει, να μας ωθεί αυτός ο αέρας μαζί
πέρ’
από τόπους και καιρούς έως ότου –φως μου–
–καθώς
τρελλά θα χαιρετάει κείν’ η κορδέλλα η φανταιζί,–
βγούμε
απ’ την τρικυμία αυτού του κόσμου…
(από
το Ουλαλούμ, 1936)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου